1.7.12

Καλοκαίρι




Καλοκαίρι
στην λευκή αμμουδιά με τα γκρίζα βότσαλα
εκεί που περπατούσα τον χειμώνα κι άφριζαν τα κύματα
που τα ΄σπρωχναν αντάρτες άνεμοι  με φόρα να σκάνε
να παλεύουν με την άμμο, να σβήνουν τα λιγοστά τα χνάρια
και εγώ να ξαναπερνώ στα ίδια σημεία να χαζεύω
τις μικρές λιμνούλες που δημιούργησε η θάλασσα
με τ΄ αλμυρό  νερό και να μαζεύω θολά γυαλιά
να τα κρατάω σφιχτά στην χούφτα μου να μου μυρίζουν
Καλοκαίρι
και τώρα όλα χρυσαφένια, μια αστραπή στα μάτια ,
σαν να ξυπνάς απ΄ τον λήθαργο σ΄  ένα άλλο κόσμο
οι γλάροι που όλο τον χειμώνα τριγυρνούσαν στα πεδινά
ψάχνοντας να βρουν τροφή μέσα στα χωράφια
τώρα  ζυγιάζονται κάτω απ΄ το γαλάζιο τ΄ ουρανού
σα να ΄χουνε χαρά μεγάλη κάτω από τον ήλιο
που πυρώνει τα βότσαλα  στην ακροθαλασσιά.


Καλοκαίρι
κι ένας έρωτας μικρός αρμενίζει στα βαθιά νερά
επάνω σε λευκή γαλέρα με κόκκινα πανιά ,
σαν παιδί γελά και σαϊτιές πετάει  εδώ κι εκεί
με βέλη φλογισμένα κι  ένας άνεμος ζεστός
που φτάνει από τον Νότο μοιράζει υποσχέσεις
κι έτσι ξεχασμένος φεύγει ο χρόνος , τελειώνει η μέρα
κι ανάβουν οι φωτιές στην αμμουδιά με ξύλα
απ΄ της θάλασσας τα σπλάχνα που σκορπίζουν σπίθες
και φλόγες γαλάζιες  ψιθυρίζοντας τα μηνύματα
που στέλνουν τα κοχύλια κι οι μέδουσες
και μια κιθάρα  να σπάει της νύχτας τις σιωπές 
μια μελωδία σιγανή γεμίζει το κορμί μου
να τρέξω θέλω, να γελάσω δυνατά, να φωνάξω
κι ας είναι όλα γύρω μου στο κόντρα


Καλοκαίρι  κι εγκαταλείπομαι 
σε μέρες
που με λιωμένο χρυσάφι μοιάζουν και 
σε νύχτες
που όνειρα στο φεγγαρόφωτο μοιράζουν _



Levina








Η ΠΟΡΤΑ

Αγαπημένοι μου φίλοι επιστρέφω για να κλείσω μια πόρτα. Σε όλους εσάς που γεμίσατε την ζωή μου με φως, με γέλιο με  συγκίνηση, ...